κατέπεφνον

κατέπεφνον
κατ-έπεφνον, subj. καταπέφνῃ, part. (w. irreg. accent) καταπέφνων: kill, slay.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κατέπεφνον — kill aor ind act 3rd pl (epic) κατέπεφνον kill aor ind act 1st sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέπεφνον — (Α) (ποιητ. τ. αόρ. β χωρίς ενεστ.) έσφαξα, σκότωσα, φόνευσα («ὁ δὲ θαρρήσας κατέπεφνεν», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ἔ πε φν ον (βλ. λ. θείνω)] …   Dictionary of Greek

  • καταπέφνῃ — κατέπεφνον kill aor subj mp 2nd sg (epic) κατέπεφνον kill aor subj act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπεφνών — κατέπεφνον kill aor part act masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπέφνων — κατέπεφνον kill pres part act masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέπεφνε — κατέπεφνον kill aor ind act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέπεφνεν — κατέπεφνον kill aor ind act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέπεφνες — κατέπεφνον kill aor ind act 2nd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταθεῖναι — κατατίθημι place aor inf act κατέπεφνον kill aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπέφανται — καταφαίνω declare perf ind mp 3rd pl (epic ionic) καταφαίνω declare perf ind mp 3rd sg κατέπεφνον kill perf ind mp 3rd pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντικαταθεῖναι — ἀντί κατατίθημι place aor inf act ἀντί κατέπεφνον kill aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”